Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στυμνός
Στυμφάλιος
Στύμφαλος
Στύξ
στυπάζει
στύπος
στύπος2
στυππέϊνος
στυππεῖον
στυππειοποιός
στυππειοπώλης
στυππειουργός
στυπτηρία
στυπτηριακόν
στυπτηρίζουσα
στυπτήριος
στυπτηριώδης
στυπτικός
στυρακᾶτον
στυρακίζω
στυράκινος
View word page
στυππειοπώλης
a dealer in oakum (coarse fibre)

ShortDef

a dealer in oakum (coarse fibre)

Debugging

Headword:
στυππειοπώλης
Headword (normalized):
στυππειοπώλης
Headword (normalized/stripped):
στυππειοπωλης
IDX:
82246
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82247
Key:

Data

{'content': 'a dealer in oakum (coarse fibre)'}