Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στρυφνός
στρυφνότης
στρυφνόω
στρύχνον
στρῶμα
στρωματεύς
στρωματίζω
στρωμάτιον
στρωματίτης
στρωματόδεσμον
στρωματοφθορέω
στρωματοφύλαξ
στρωμνά
στρωμνή
στρωμνηφόρος
στρῶσις
στρωτήρ
στρώτης
στρωτός
στρωφάω
στρωφέομαι
View word page
στρωματοφθορέω
spoil carpets

ShortDef

spoil carpets

Debugging

Headword:
στρωματοφθορέω
Headword (normalized):
στρωματοφθορέω
Headword (normalized/stripped):
στρωματοφθορεω
IDX:
82193
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82194
Key:

Data

{'content': 'spoil carpets'}