Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
στρόφιος
στροφιοῦχος
στρόφις
στροφοδινέομαι
στροφόομαι
στροφοποιός
στρόφος
στροφώδης
στρόφωμα
στροφωτός
Στρυμονίας
Στρυμών
στρυφαλίς
στρυφνός
στρυφνότης
στρυφνόω
στρύχνον
στρῶμα
στρωματεύς
στρωματίζω
στρωμάτιον
View word page
Στρυμονίας
a wind blowing from the Strymon
ShortDef
a wind blowing from the Strymon
Debugging
Headword:
Στρυμονίας
Headword (normalized):
στρυμονίας
Headword (normalized/stripped):
στρυμονιας
IDX:
82180
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82181
Key:
Data
{'content': 'a wind blowing from the Strymon'}