Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στρουθίον
στρουθισμός
στρουθοκάμηλος
στρουθοκέφαλος
στρουθοπιαστής
στρουθόπους
στρουθός
Στρουθοῦς
Στρουθοφάγοι
στρουθώδης
στρουθωτός
στρουκτώριον
στροφαῖος
στροφάλιγξ
στροφαλίζω
στροφάς
στροφάω
στροφεῖον
στροφεύς
στροφέω
στροφή
View word page
στρουθωτός
painted

ShortDef

painted

Debugging

Headword:
στρουθωτός
Headword (normalized):
στρουθωτός
Headword (normalized/stripped):
στρουθωτος
IDX:
82153
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82154
Key:

Data

{'content': 'painted'}