Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στρομβηδόν
Στρομβιχίδης
στρομβοειδής
στρόμβος
στρούθειον
στρούθειος
στρουθιασμός
στρουθίζω
στρούθινος
στρουθίον
στρουθισμός
στρουθοκάμηλος
στρουθοκέφαλος
στρουθοπιαστής
στρουθόπους
στρουθός
Στρουθοῦς
Στρουθοφάγοι
στρουθώδης
στρουθωτός
στρουκτώριον
View word page
στρουθισμός
cleansing with

ShortDef

cleansing with

Debugging

Headword:
στρουθισμός
Headword (normalized):
στρουθισμός
Headword (normalized/stripped):
στρουθισμος
IDX:
82144
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82145
Key:

Data

{'content': 'cleansing with'}