Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
στρογγυλόκαυλος
στρογγυλόλοβος
στρογγυλοναύτης
στρογγυλόπλευρος
στρογγυλόπους
στρογγυλοπρόσωπος
στρογγύλος
στρογγυλότης
στρογγυλοτομία
στρογγυλόω
στρογγύλωμα
στρογγύλωσις
στρογγυλώψ
στρομβηδόν
Στρομβιχίδης
στρομβοειδής
στρόμβος
στρούθειον
στρούθειος
στρουθιασμός
στρουθίζω
View word page
στρογγύλωμα
pillow
ShortDef
pillow
Debugging
Headword:
στρογγύλωμα
Headword (normalized):
στρογγύλωμα
Headword (normalized/stripped):
στρογγυλωμα
IDX:
82131
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82132
Key:
Data
{'content': 'pillow'}