Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνταναπλέκω
ἀνταναπληρόω
ἀνταναπλήρωσις
ἀντανασηκόω
ἀντανατρέχω
ἀνταναφέρω
ἀνταναχωρέω
Ἀντάνδριος
Ἄντανδρος
ἄντανδρος
ἀντάνειμι
ἀντανεμία
ἀντανέχω
ἀντανισόω
ἀντανίστημι
ἀντανίσωμα
ἀντανίσωσις
ἀντανοίγω
ἀντανορίδαι
ἀντάξιος
ἀνταξιόω
View word page
ἀντάνειμι
to rise so as to balance

ShortDef

to rise so as to balance

Debugging

Headword:
ἀντάνειμι
Headword (normalized):
ἀντάνειμι
Headword (normalized/stripped):
αντανειμι
IDX:
8211
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8212
Key:

Data

{'content': 'to rise so as to balance'}