Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στρέψις
στρεψοδικέω
στρεψοδικοπανουργία
στρήνα
στρηνής
στρηνιάω
στρῆνος
στρηνόφωνος
στρηνύζω
στριβιλικίγξ
στρίγλος
στρίξ
στριφνός
στρίφνος
στριφνότης
στροβανίσκος
στροβεία
στροβεύς
στροβέω
στροβητός
στροβιλᾶς
View word page
στρίγλος
strigosus

ShortDef

strigosus

Debugging

Headword:
στρίγλος
Headword (normalized):
στρίγλος
Headword (normalized/stripped):
στριγλος
IDX:
82087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82088
Key:

Data

{'content': 'strigosus'}