Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
στρεβλότης
στρεβλόω
στρέβλωμα
στρέβλωσις
στρεβλωτήριος
στρεβλωτής
στρέμμα
στρέπταιγλος
στρεπτάριον
στρεπτικός
στρεπτίνδα
στρεπτόλυτον
στρεπτόν
στρεπτός
στρεπτοφόρος
στρευγεδών
στρεύγω
στρεφεδινέω
στρέφω
στρεψαύχην
στρεψηλάκατος
View word page
στρεπτίνδα
so as to be made to turn over
ShortDef
so as to be made to turn over
Debugging
Headword:
στρεπτίνδα
Headword (normalized):
στρεπτίνδα
Headword (normalized/stripped):
στρεπτινδα
IDX:
82063
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82064
Key:
Data
{'content': 'so as to be made to turn over'}