Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στρεβλός
στρεβλότης
στρεβλόω
στρέβλωμα
στρέβλωσις
στρεβλωτήριος
στρεβλωτής
στρέμμα
στρέπταιγλος
στρεπτάριον
στρεπτικός
στρεπτίνδα
στρεπτόλυτον
στρεπτόν
στρεπτός
στρεπτοφόρος
στρευγεδών
στρεύγω
στρεφεδινέω
στρέφω
στρεψαύχην
View word page
στρεπτικός
of or for twisting

ShortDef

of or for twisting

Debugging

Headword:
στρεπτικός
Headword (normalized):
στρεπτικός
Headword (normalized/stripped):
στρεπτικος
IDX:
82062
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82063
Key:

Data

{'content': 'of or for twisting'}