Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στρατοκῆρυξ
στρατολογέω
στρατολογία
στρατόμαντις
Στρατονίκεια
στρατόομαι
στρατοπεδάρχης
στρατοπεδαρχικός
στρατοπεδεία
στρατοπέδευμα
στρατοπέδευσις
στρατοπεδευτικός
στρατοπεδεύω
στρατόπεδον
στρατόπλωτος
στρατός
Στράτος
στρατοϋπηρέτης
στρατοφύλαξ
στρατόω
στρατύλλαξ
View word page
στρατοπέδευσις
an encamping

ShortDef

an encamping

Debugging

Headword:
στρατοπέδευσις
Headword (normalized):
στρατοπέδευσις
Headword (normalized/stripped):
στρατοπεδευσις
IDX:
82034
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-82035
Key:

Data

{'content': 'an encamping'}