Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στραγγαλιώδης
στραγγαλόομαι
στραγγεία
στραγγεῖον
στράγγευμα
στραγγεύομαι
στραγγίας
στραγγίζω
στραγγός
στραγγουρέω
στραγγουρία
στραγγουριάω
στραγγουρικός
στραγγουριώδης
στράγξ
στράπτω
στραταρχέω
στρατάρχης
στραταρχία
στραταρχικός
στρατεία
View word page
στραγγουρία
retention of the urine, strangury

ShortDef

retention of the urine, strangury

Debugging

Headword:
στραγγουρία
Headword (normalized):
στραγγουρία
Headword (normalized/stripped):
στραγγουρια
IDX:
81982
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81983
Key:

Data

{'content': 'retention of the urine, strangury'}