Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στραβότης
στραγγαλάω
στραγγαλιά
στραγγαλιάω
στραγγαλίζω
στραγγαλίς
στραγγαλισμός
στραγγαλιώδης
στραγγαλόομαι
στραγγεία
στραγγεῖον
στράγγευμα
στραγγεύομαι
στραγγίας
στραγγίζω
στραγγός
στραγγουρέω
στραγγουρία
στραγγουριάω
στραγγουρικός
στραγγουριώδης
View word page
στραγγεῖον
medicine-dropper

ShortDef

medicine-dropper

Debugging

Headword:
στραγγεῖον
Headword (normalized):
στραγγεῖον
Headword (normalized/stripped):
στραγγειον
IDX:
81975
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81976
Key:

Data

{'content': 'medicine-dropper'}