Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
στόχος
στραβαλοκόμας
στράβηλος
στραβίζω
στραβισμός
στραβοπόδης
στραβός
στραβότης
στραγγαλάω
στραγγαλιά
στραγγαλιάω
στραγγαλίζω
στραγγαλίς
στραγγαλισμός
στραγγαλιώδης
στραγγαλόομαι
στραγγεία
στραγγεῖον
στράγγευμα
στραγγεύομαι
στραγγίας
View word page
στραγγαλιάω
tie knots, start difficulties
ShortDef
tie knots, start difficulties
Debugging
Headword:
στραγγαλιάω
Headword (normalized):
στραγγαλιάω
Headword (normalized/stripped):
στραγγαλιαω
IDX:
81968
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81969
Key:
Data
{'content': 'tie knots, start difficulties'}