Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνταναιρετικός
ἀνταναιρέω
ἀντανάκλασις
ἀντανακλασμός
ἀντανάκλαστος
ἀντανακλάω
ἀντανακοπή
ἀντανακόπτω
ἀντανακράζω
ἀνταναλαμβάνω
ἀνταναλίσκω
ἀντανάλυσις
ἀνταναλύω
ἀνταναμένω
ἀνταναπαύομαι
ἀνταναπίμπλημι
ἀνταναπλέκω
ἀνταναπληρόω
ἀνταναπλήρωσις
ἀντανασηκόω
ἀντανατρέχω
View word page
ἀνταναλίσκω
to destroy in return

ShortDef

to destroy in return

Debugging

Headword:
ἀνταναλίσκω
Headword (normalized):
ἀνταναλίσκω
Headword (normalized/stripped):
ανταναλισκω
IDX:
8195
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8196
Key:

Data

{'content': 'to destroy in return'}