Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνταναιρετέος
ἀνταναιρετικός
ἀνταναιρέω
ἀντανάκλασις
ἀντανακλασμός
ἀντανάκλαστος
ἀντανακλάω
ἀντανακοπή
ἀντανακόπτω
ἀντανακράζω
ἀνταναλαμβάνω
ἀνταναλίσκω
ἀντανάλυσις
ἀνταναλύω
ἀνταναμένω
ἀνταναπαύομαι
ἀνταναπίμπλημι
ἀνταναπλέκω
ἀνταναπληρόω
ἀνταναπλήρωσις
ἀντανασηκόω
View word page
ἀνταναλαμβάνω
take over instead

ShortDef

take over instead

Debugging

Headword:
ἀνταναλαμβάνω
Headword (normalized):
ἀνταναλαμβάνω
Headword (normalized/stripped):
ανταναλαμβανω
IDX:
8194
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8195
Key:

Data

{'content': 'take over instead'}