Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνταναίρεσις
ἀνταναιρετέος
ἀνταναιρετικός
ἀνταναιρέω
ἀντανάκλασις
ἀντανακλασμός
ἀντανάκλαστος
ἀντανακλάω
ἀντανακοπή
ἀντανακόπτω
ἀντανακράζω
ἀνταναλαμβάνω
ἀνταναλίσκω
ἀντανάλυσις
ἀνταναλύω
ἀνταναμένω
ἀνταναπαύομαι
ἀνταναπίμπλημι
ἀνταναπλέκω
ἀνταναπληρόω
ἀνταναπλήρωσις
View word page
ἀντανακράζω
cry out in turn

ShortDef

cry out in turn

Debugging

Headword:
ἀντανακράζω
Headword (normalized):
ἀντανακράζω
Headword (normalized/stripped):
αντανακραζω
IDX:
8193
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8194
Key:

Data

{'content': 'cry out in turn'}