Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνταναβοάω
ἀνταναγιγνώσκω
ἀντανάγω
ἀνταναίρεσις
ἀνταναιρετέος
ἀνταναιρετικός
ἀνταναιρέω
ἀντανάκλασις
ἀντανακλασμός
ἀντανάκλαστος
ἀντανακλάω
ἀντανακοπή
ἀντανακόπτω
ἀντανακράζω
ἀνταναλαμβάνω
ἀνταναλίσκω
ἀντανάλυσις
ἀνταναλύω
ἀνταναμένω
ἀνταναπαύομαι
ἀνταναπίμπλημι
View word page
ἀντανακλάω
reflect
ShortDef
reflect
Debugging
Headword:
ἀντανακλάω
Headword (normalized):
ἀντανακλάω
Headword (normalized/stripped):
αντανακλαω
IDX:
8190
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8191
Key:
Data
{'content': 'reflect'}