Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
στιφρός
στιφρότης
στιχαοιδός
στιχάομαι
στιχάριον
στιχελεγεῖον
στίχη
στιχηδόν
στιχήρης
στιχηρός
στιχίαμβος
στιχίζω
στιχικός
στίχινος
στίχιον
στιχισμός
στιχιστής
στιχογράφος
στιχολογέω
στιχολογία
στιχολόγος
View word page
στιχίαμβος
iambic verse
ShortDef
iambic verse
Debugging
Headword:
στιχίαμβος
Headword (normalized):
στιχίαμβος
Headword (normalized/stripped):
στιχιαμβος
IDX:
81811
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81812
Key:
Data
{'content': 'iambic verse'}