Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στιλπνόω
στιλπνωτής
στίλπων
στίλψις
στίμμι
στιμμίζω
στίμμισμα
στίξ
στίξις
στιπποκογχιστής
στιπποπραγματευτής
στιπποτιμητής
στιπποχειριστής
στιππύϊνος
στιππυουργός
στιπτός
Στιριεύς
Στῖρις
στῖφος
στιφράω
στιφρός
View word page
στιπποπραγματευτής
tow-merchant

ShortDef

tow-merchant

Debugging

Headword:
στιπποπραγματευτής
Headword (normalized):
στιπποπραγματευτής
Headword (normalized/stripped):
στιπποπραγματευτης
IDX:
81791
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81792
Key:

Data

{'content': 'tow-merchant'}