Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στιγμιαῖος
στιγμικός
στιγμός
στίγος
στίζω
στικτέον
στίκτης
στικτόπους
στικτός
στιλβαῖος
στιλβάς
στίλβη
στιλβηδόν
στιλβηδών
στιλβόντως
στιλβοποιέω
στίλβω
στίλβωθρον
στίλβωσις
στιλβωτής
στίλη
View word page
στιλβάς
shining

ShortDef

shining

Debugging

Headword:
στιλβάς
Headword (normalized):
στιλβάς
Headword (normalized/stripped):
στιλβας
IDX:
81768
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81769
Key:

Data

{'content': 'shining'}