Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στιγματηφόρος
στιγματίας
στιγματοφόρος
στιγμή
στιγμιαῖος
στιγμικός
στιγμός
στίγος
στίζω
στικτέον
στίκτης
στικτόπους
στικτός
στιλβαῖος
στιλβάς
στίλβη
στιλβηδόν
στιλβηδών
στιλβόντως
στιλβοποιέω
στίλβω
View word page
στίκτης
tattooer

ShortDef

tattooer

Debugging

Headword:
στίκτης
Headword (normalized):
στίκτης
Headword (normalized/stripped):
στικτης
IDX:
81764
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81765
Key:

Data

{'content': 'tattooer'}