Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στιγεύς
στίγμα
στιγματηφορέω
στιγματηφόρος
στιγματίας
στιγματοφόρος
στιγμή
στιγμιαῖος
στιγμικός
στιγμός
στίγος
στίζω
στικτέον
στίκτης
στικτόπους
στικτός
στιλβαῖος
στιλβάς
στίλβη
στιλβηδόν
στιλβηδών
View word page
στίγος
point

ShortDef

point

Debugging

Headword:
στίγος
Headword (normalized):
στίγος
Headword (normalized/stripped):
στιγος
IDX:
81761
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81762
Key:

Data

{'content': 'point'}