Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
στίβη2
στιβήεις
στιβιάω
στιβίζομαι
στιβική
στίβος
στιγεύς
στίγμα
στιγματηφορέω
στιγματηφόρος
στιγματίας
στιγματοφόρος
στιγμή
στιγμιαῖος
στιγμικός
στιγμός
στίγος
στίζω
στικτέον
στίκτης
στικτόπους
View word page
στιγματίας
one who bears tattoo-marks
ShortDef
one who bears tattoo-marks
Debugging
Headword:
στιγματίας
Headword (normalized):
στιγματίας
Headword (normalized/stripped):
στιγματιας
IDX:
81755
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81756
Key:
Data
{'content': 'one who bears tattoo-marks'}