Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
στιβάς
στίβασις
στιβεία
στιβεῖον
στιβεύς
στιβευτής
στιβεύω
στιβέω
στίβη
στίβη2
στιβήεις
στιβιάω
στιβίζομαι
στιβική
στίβος
στιγεύς
στίγμα
στιγματηφορέω
στιγματηφόρος
στιγματίας
στιγματοφόρος
View word page
στιβήεις
frosty, rimy
ShortDef
frosty, rimy
Debugging
Headword:
στιβήεις
Headword (normalized):
στιβήεις
Headword (normalized/stripped):
στιβηεις
IDX:
81746
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81747
Key:
Data
{'content': 'frosty, rimy'}