Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στέψις
στέωμεν
στήδην
στηθαῖον
στηθάριον
στήθειος
στηθιαῖος
στηθίας
στηθικός
στηθίν
στηθιστήρ
στηθοδέσμη
στηθοειδής
στῆθος
στήκω
στήλη
στηλίτευμα
στηλιτεύω
στηλίτης
στηλογραφέω
στηλογραφία
View word page
στηθιστήρ
poitrel

ShortDef

poitrel

Debugging

Headword:
στηθιστήρ
Headword (normalized):
στηθιστήρ
Headword (normalized/stripped):
στηθιστηρ
IDX:
81682
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81683
Key:

Data

{'content': 'poitrel'}