Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στερρῶνυξ
στερφόπεπλος
στέρφος
στερφόω
στέρφωσις
στερφωτήρ
στεῦμαι
στεφαλίβανος
στεφαναφορία
στεφάνη
στεφανηδόν
στεφανηπλοκέω
στεφανηπλόκια
στεφανηπλόκος
στεφανηφορέω
στεφανηφορία
στεφανηφορικός
στεφανηφόρος
στεφανιαῖος
στεφανίζω
στεφανικός
View word page
στεφανηδόν
like a crown

ShortDef

like a crown

Debugging

Headword:
στεφανηδόν
Headword (normalized):
στεφανηδόν
Headword (normalized/stripped):
στεφανηδον
IDX:
81639
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81640
Key:

Data

{'content': 'like a crown'}