Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στερροσώματος
στερρότης
στερρῶνυξ
στερφόπεπλος
στέρφος
στερφόω
στέρφωσις
στερφωτήρ
στεῦμαι
στεφαλίβανος
στεφαναφορία
στεφάνη
στεφανηδόν
στεφανηπλοκέω
στεφανηπλόκια
στεφανηπλόκος
στεφανηφορέω
στεφανηφορία
στεφανηφορικός
στεφανηφόρος
στεφανιαῖος
View word page
στεφαναφορία
bringing of a crown

ShortDef

bringing of a crown

Debugging

Headword:
στεφαναφορία
Headword (normalized):
στεφαναφορία
Headword (normalized/stripped):
στεφαναφορια
IDX:
81637
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81638
Key:

Data

{'content': 'bringing of a crown'}