Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στέρνον
στερνοτυπής
στερνοτυπία
στερνοῦχος
στερνόφθαλμος
στερνοφορέω
στέρομαι
στεροπά
στεροπή
στεροπηγερέτα
Στερόπης
στέροψ
στερροβαρής
στερρόγυιος
στερρόνους
στερροποιέω
στερρός
στερρός2
στερροσώματος
στερρότης
στερρῶνυξ
View word page
Στερόπης
lightner

ShortDef

lightner

Debugging

Headword:
Στερόπης
Headword (normalized):
στερόπης
Headword (normalized/stripped):
στεροπης
IDX:
81619
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81620
Key:

Data

{'content': 'lightner'}