Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντᾴδω
ἀνταείρω
ἄνταθλος
ἀνταιδέομαι
ἀνταῖος
ἀνταίρω
ἀνταισχύνομαι
ἀνταιτέω
ἀνταιτιάομαι
ἀνταιωρέομαι
ἀντακαῖος
ἀντακολουθέω
ἀντακολούθησις
ἀντακολουθία
ἀντακόλουθος
ἀντακοντίζω
ἀντακούω
ἀντακροάομαι
ἀντακρωτήριον
ἀνταλαζονεύομαι
ἀνταλαλάζω
View word page
ἀντακαῖος
sturgeon
ShortDef
sturgeon
Debugging
Headword:
ἀντακαῖος
Headword (normalized):
ἀντακαῖος
Headword (normalized/stripped):
αντακαιος
IDX:
8151
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8152
Key:
Data
{'content': 'sturgeon'}