Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

στειρώδης
στείρωσις
στειρωτικός
στείχω
στεκτέον
στεκτικός
στελεά
στελεόν
στελεός
στελεόω
στελέφουρος
στελεχηδόν
στελεχητόμος
στελεχιαῖος
στελεχόκαρπος
στέλεχος
στελεχόω
στελεχώδης
στελιον
στελίς
στέλλω
View word page
στελέφουρος
haresfoot plantain, Plantago Lagopus

ShortDef

haresfoot plantain, Plantago Lagopus

Debugging

Headword:
στελέφουρος
Headword (normalized):
στελέφουρος
Headword (normalized/stripped):
στελεφουρος
IDX:
81472
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81473
Key:

Data

{'content': 'haresfoot plantain, Plantago Lagopus'}