Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σταχυοτομέω
σταχυοτόμος
σταχυοτρόφος
σταχυοφορέω
στάχυς
σταχυώδης
στεάζω
στέαρ
στεατοκήλη
στεατόομαι
στεατώδης
στεάτωμα
στεγάζω
στεγάνη
στεγανομέομαι
στεγανόμιον
στεγάνομος
στεγανόπους
στεγανός
στεγανότης
στεγανόω
View word page
στεατώδης
like tallow

ShortDef

like tallow

Debugging

Headword:
στεατώδης
Headword (normalized):
στεατώδης
Headword (normalized/stripped):
στεατωδης
IDX:
81407
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81408
Key:

Data

{'content': 'like tallow'}