Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σταχυόομαι
σταχυοπλόκαμος
σταχυοστέφανος
σταχυοτομέω
σταχυοτόμος
σταχυοτρόφος
σταχυοφορέω
στάχυς
σταχυώδης
στεάζω
στέαρ
στεατοκήλη
στεατόομαι
στεατώδης
στεάτωμα
στεγάζω
στεγάνη
στεγανομέομαι
στεγανόμιον
στεγάνομος
στεγανόπους
View word page
στέαρ
stiff fat, tallow, suet

ShortDef

stiff fat, tallow, suet

Debugging

Headword:
στέαρ
Headword (normalized):
στέαρ
Headword (normalized/stripped):
στεαρ
IDX:
81404
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81405
Key:

Data

{'content': 'stiff fat, tallow, suet'}