Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σταφύλωμα
σταχάνη
στάχι
σταχυηκομέω
σταχυηκόμος
σταχυηλόγος
σταχυηρός
σταχυητόμος
σταχυητρόφος
σταχυηφορέω
σταχυηφόρος
σταχυμήτωρ
σταχυοβολέω
σταχυοειδής
σταχυολογέω
σταχυόομαι
σταχυοπλόκαμος
σταχυοστέφανος
σταχυοτομέω
σταχυοτόμος
σταχυοτρόφος
View word page
σταχυηφόρος
bearing ears of grain

ShortDef

bearing ears of grain

Debugging

Headword:
σταχυηφόρος
Headword (normalized):
σταχυηφόρος
Headword (normalized/stripped):
σταχυηφορος
IDX:
81389
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81390
Key:

Data

{'content': 'bearing ears of grain'}