Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνταγαπάω
ἀνταγείρω
ἀνταγλαΐζομαι
ἀνταγοράζω
Ἀνταγόρας
ἀνταγορεύω
ἀνταγωνία
ἀνταγωνίζομαι
ἀνταγωνιστέω
ἀνταγωνιστής
ἀνταγώνιστος
ἀνταδικέω
ἀνταδικητέον
ἀντᾴδω
ἀνταείρω
ἄνταθλος
ἀνταιδέομαι
ἀνταῖος
ἀνταίρω
ἀνταισχύνομαι
ἀνταιτέω
View word page
ἀνταγώνιστος
contending as an adversary
ShortDef
contending as an adversary
Debugging
Headword:
ἀνταγώνιστος
Headword (normalized):
ἀνταγώνιστος
Headword (normalized/stripped):
ανταγωνιστος
IDX:
8138
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8139
Key:
Data
{'content': 'contending as an adversary'}