Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σταφυλοτομία
σταφυλοτόμον
σταφυλοφόρος
σταφύλωμα
σταχάνη
στάχι
σταχυηκομέω
σταχυηκόμος
σταχυηλόγος
σταχυηρός
σταχυητόμος
σταχυητρόφος
σταχυηφορέω
σταχυηφόρος
σταχυμήτωρ
σταχυοβολέω
σταχυοειδής
σταχυολογέω
σταχυόομαι
σταχυοπλόκαμος
σταχυοστέφανος
View word page
σταχυητόμος
cutting ears of grain

ShortDef

cutting ears of grain

Debugging

Headword:
σταχυητόμος
Headword (normalized):
σταχυητόμος
Headword (normalized/stripped):
σταχυητομος
IDX:
81386
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81387
Key:

Data

{'content': 'cutting ears of grain'}