Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σταυρόω
σταύρωμα
σταυρώσιμος
σταύρωσις
σταφιδευταῖος
σταφιδοποιία
σταφιδόω
σταφυλάγρα
σταφυλή
σταφύλη
σταφυληγέω
σταφυληκόμος
σταφυλητομία
σταφυλητόμος
σταφυληφόρος
σταφυλῖνος
σταφυλιοκαύστης
σταφυλίς
σταφυλίτης
σταφυλοβολεῖον
σταφυλόδενδρον
View word page
σταφυληγέω
transport grapes

ShortDef

transport grapes

Debugging

Headword:
σταφυληγέω
Headword (normalized):
σταφυληγέω
Headword (normalized/stripped):
σταφυληγεω
IDX:
81363
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81364
Key:

Data

{'content': 'transport grapes'}