Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σταυρότυπος
σταυροφόρος
σταυρόω
σταύρωμα
σταυρώσιμος
σταύρωσις
σταφιδευταῖος
σταφιδοποιία
σταφιδόω
σταφυλάγρα
σταφυλή
σταφύλη
σταφυληγέω
σταφυληκόμος
σταφυλητομία
σταφυλητόμος
σταφυληφόρος
σταφυλῖνος
σταφυλιοκαύστης
σταφυλίς
σταφυλίτης
View word page
σταφυλή
a bunch of grapes

ShortDef

a bunch of grapes

Debugging

Headword:
σταφυλή
Headword (normalized):
σταφυλή
Headword (normalized/stripped):
σταφυλη
IDX:
81361
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81362
Key:

Data

{'content': 'a bunch of grapes'}