Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σταλαγμίας
σταλάγμιον
σταλαγμός
σταλακτικός
σταλάσσω
σταλάω
στάλιξ
σταλουργός
στάλσις
σταλτέον
σταλτικός
σταμαγορίς
σταμίν
σταμῖνες
σταμνάριον
Σταμνίας
σταμνίον
στάμνος
σταμνοῦρος
στανύω
στάξις
View word page
σταλτικός
capable of staunching

ShortDef

capable of staunching

Debugging

Headword:
σταλτικός
Headword (normalized):
σταλτικός
Headword (normalized/stripped):
σταλτικος
IDX:
81306
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81307
Key:

Data

{'content': 'capable of staunching'}