Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σταγειρείτης
σταγετός
Στάγιρα
Σταγιρίτης
Στάγιρος
στάγμα
σταγματοπώλης
σταγονιαῖος
σταγονίας
σταγονόθαλπος
σταγών
σταδαῖος
στάδην
σταδιαῖος
σταδιασμός
σταδιεύς
σταδιεύω
σταδιοδρομέω
σταδιοδρόμος
στάδιον
στάδιος
View word page
σταγών
a drop
ShortDef
a drop
Debugging
Headword:
σταγών
Headword (normalized):
σταγών
Headword (normalized/stripped):
σταγων
IDX:
81239
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81240
Key:
Data
{'content': 'a drop'}