Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σταβλίτης
στάβλον
στάγδην
σταγειρείτης
σταγετός
Στάγιρα
Σταγιρίτης
Στάγιρος
στάγμα
σταγματοπώλης
σταγονιαῖος
σταγονίας
σταγονόθαλπος
σταγών
σταδαῖος
στάδην
σταδιαῖος
σταδιασμός
σταδιεύς
σταδιεύω
σταδιοδρομέω
View word page
σταγονιαῖος
in drops
ShortDef
in drops
Debugging
Headword:
σταγονιαῖος
Headword (normalized):
σταγονιαῖος
Headword (normalized/stripped):
σταγονιαιος
IDX:
81236
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81237
Key:
Data
{'content': 'in drops'}