Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σπυράμινος
σπυράς
σπυρίδιον
σπυριδόν
σπυριδοφόρος
σπυριδώδης
σπυρίς
στάβαρον
Σταβλησιανοί
σταβλίτης
στάβλον
στάγδην
σταγειρείτης
σταγετός
Στάγιρα
Σταγιρίτης
Στάγιρος
στάγμα
σταγματοπώλης
σταγονιαῖος
σταγονίας
View word page
στάβλον
stabulum, stable, posting-station
ShortDef
stabulum, stable, posting-station
Debugging
Headword:
στάβλον
Headword (normalized):
στάβλον
Headword (normalized/stripped):
σταβλον
IDX:
81227
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81228
Key:
Data
{'content': 'stabulum, stable, posting-station'}