Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σπουδαστής
σπουδαστικός
σπουδαστός
σπουδή
σπουδογέλοιος
σπούριος
σπυραθώδης
σπυράμινος
σπυράς
σπυρίδιον
σπυριδόν
σπυριδοφόρος
σπυριδώδης
σπυρίς
στάβαρον
Σταβλησιανοί
σταβλίτης
στάβλον
στάγδην
σταγειρείτης
σταγετός
View word page
σπυριδόν
in the form of a σπυρίς

ShortDef

in the form of a σπυρίς

Debugging

Headword:
σπυριδόν
Headword (normalized):
σπυριδόν
Headword (normalized/stripped):
σπυριδον
IDX:
81220
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81221
Key:

Data

{'content': 'in the form of a σπυρίς'}