Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σπουδαστέος
σπουδαστής
σπουδαστικός
σπουδαστός
σπουδή
σπουδογέλοιος
σπούριος
σπυραθώδης
σπυράμινος
σπυράς
σπυρίδιον
σπυριδόν
σπυριδοφόρος
σπυριδώδης
σπυρίς
στάβαρον
Σταβλησιανοί
σταβλίτης
στάβλον
στάγδην
σταγειρείτης
View word page
σπυρίδιον
little basket

ShortDef

little basket

Debugging

Headword:
σπυρίδιον
Headword (normalized):
σπυρίδιον
Headword (normalized/stripped):
σπυριδιον
IDX:
81219
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81220
Key:

Data

{'content': 'little basket'}