Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σποραδικός
σποράζω
σποραῖος
σποράς
σπορεύς
σπορευτός
σπορητός
σπόριμος
σπορολογέομαι
σπόρος
σπόρτουλον
σποῦ
σπουδά
σπουδάζω
σπουδαιολογέω
σπουδαιολογία
σπουδαιόμυθος
σπουδαιοπάρῳδος
σπουδαῖος
σπουδαιότης
σπουδαρχαιρεσίας
View word page
σπόρτουλον
sportula
ShortDef
sportula
Debugging
Headword:
σπόρτουλον
Headword (normalized):
σπόρτουλον
Headword (normalized/stripped):
σπορτουλον
IDX:
81191
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81192
Key:
Data
{'content': 'sportula'}