Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σπονδοποιός
σπονδοφορέω
σπονδοφόρος
σπονδοχόη
σπορά
Σποράδες
σποράδην
σποραδικός
σποράζω
σποραῖος
σποράς
σπορεύς
σπορευτός
σπορητός
σπόριμος
σπορολογέομαι
σπόρος
σπόρτουλον
σποῦ
σπουδά
σπουδάζω
View word page
σποράς
scattered, dispersed

ShortDef

scattered, dispersed

Debugging

Headword:
σποράς
Headword (normalized):
σποράς
Headword (normalized/stripped):
σπορας
IDX:
81184
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81185
Key:

Data

{'content': 'scattered, dispersed'}