Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σπονδειοτρόχαιος
σπονδή
σπονδήσιμος
σπονδικός
σπόνδιξ
σπονδιοφόροι
σπονδῖτις
σπονδοποιέομαι
σπονδοποιός
σπονδοφορέω
σπονδοφόρος
σπονδοχόη
σπορά
Σποράδες
σποράδην
σποραδικός
σποράζω
σποραῖος
σποράς
σπορεύς
σπορευτός
View word page
σπονδοφόρος
one who brings proposals for a truce

ShortDef

one who brings proposals for a truce

Debugging

Headword:
σπονδοφόρος
Headword (normalized):
σπονδοφόρος
Headword (normalized/stripped):
σπονδοφορος
IDX:
81176
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81177
Key:

Data

{'content': 'one who brings proposals for a truce'}