Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σπινθηρίζω
σπινθηροβολέω
σπινθηροειδής
σπίνος
σπιοέλης
σπλάγχνα
σπλαγχνεύω
σπλαγχνίζω
σπλαγχνικός
σπλαγχνίς
σπλαγχνισμός
σπλάγχνον
σπλαγχνόπτης
σπλαγχνοσκοπία
σπλαγχνοτόμος
σπλαγχνοφάγος
σπλεκόω
σπλέκωμα
σπλήν
σπληνιάω
σπληνικός
View word page
σπλαγχνισμός
a feeding on the inwards of a sacrifice
ShortDef
a feeding on the inwards of a sacrifice
Debugging
Headword:
σπλαγχνισμός
Headword (normalized):
σπλαγχνισμός
Headword (normalized/stripped):
σπλαγχνισμος
IDX:
81103
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81104
Key:
Data
{'content': 'a feeding on the inwards of a sacrifice'}