Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σπικᾶτα
σπιλαδώδης
σπιλάς
σπιλάς2
σπιλάς3
σπίλη
σπίλος
σπίλος2
σπιλόω
σπιλώδης
σπίλωμα
σπιλωτός
σπινθαρίς
σπινθήρ
σπινθηρίζω
σπινθηροβολέω
σπινθηροειδής
σπίνος
σπιοέλης
σπλάγχνα
σπλαγχνεύω
View word page
σπίλωμα
defilement, stain

ShortDef

defilement, stain

Debugging

Headword:
σπίλωμα
Headword (normalized):
σπίλωμα
Headword (normalized/stripped):
σπιλωμα
IDX:
81089
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81090
Key:

Data

{'content': 'defilement, stain'}