Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σπερματοφάγος
σπερματώδης
σπερμάτωσις
σπερμεῖος
σπερμοβολέω
σπερμοβόλημα
σπερμοβολία
σπερμοβόλος
σπερμογονέω
σπερμογόνος
σπερμολογέω
σπερμολογία
σπερμολογικός
σπερμολόγος
σπερμόομαι
σπερμοτοκέω
σπερμοφορέω
σπερμοφόρος
σπερμοφυέω
σπερμοφυής
Σπερχειός
View word page
σπερμολογέω
pick up seeds

ShortDef

pick up seeds

Debugging

Headword:
σπερμολογέω
Headword (normalized):
σπερμολογέω
Headword (normalized/stripped):
σπερμολογεω
IDX:
81044
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-81045
Key:

Data

{'content': 'pick up seeds'}